ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΕΠΙΠΕΦΥΚΙΤΙΔΑ

Ο όρος αλλεργική επιπεφυκίτιδα περιλαμβάνει 7 τύπους αλλεργικής επιπεφυκίτιδας, από την πολύ απλή που υποχωρεί σε λίγες ώρες, έως την πολύ σοβαρή που απειλεί την όραση. Η διάγνωση του τύπου της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας και η αντίστοιχη κατάλληλη θεραπεία έχει μεγάλη σημασία, ιδιαίτερα στις σοβαρές μορφές αλλεργίας.

Ο οφθαλμίατρος Παυλόπουλος Γεώργιος είναι εξειδικευμένος στις αλλεργίες των οφθαλμών. Έχει δώσει αρκετές διαλέξεις, σε Στρογγυλές τράπεζες σε Συνέδρια και Ημερίδες, για την Οφθαλμική Αλλεργία και έχει συγγράψει το κεφάλαιο «Οφθαλμική Αλλεργία» στο Βιβλίο «Βασική & Κλινική Αλλεργιολογία» της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας & Κλινικής Ανοσολογίας.

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΕΠΙΠΕΦΥΚΙΤΙΔΑ

Είναι συχνές οι αλλεργίες στα μάτια;

Το μάτι αποτελεί έναν εξαιρετικά συνήθη στόχο αλλεργικής φλεγμονής. Η αλλεργική επιπεφυκίτιδα προσβάλλει περίπου το 25% του γενικού πληθυσμού και υπολογίζεται ότι οι οφθαλμικές αλλεργίες αφορούν το 10% των ασθενών του οφθαλμολογικού ιατρείου.

Τι είναι Αλλεργία και τι Αλλεργική επιπεφυκίτιδα;

Αλλεργία είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία ο οργανισμός αντιδρά υπερβολικά απέναντι σε αβλαβείς περιβαλλοντικές ουσίες, που ονομάζονται αλλεργιογόνα. Πιο ειδικά, η αλλεργία είναι μια αντίδραση υπερευαισθησίας στην οποία κύριοι πρωταγωνιστές είναι ειδικά κύτταρα του αίματος (βασεόφιλα και σιτευτικά κύτταρα) και ένας ειδικός τύπος αντισώματος (ανοσοσφαιρίνη Ε ή IgE).

Ως αλλεργιογόνα μπορούν να δράσουν ορισμένες τροφές (όπως τα αυγά, τα ψάρια, τα θαλασσινά, οι φράουλες), φάρμακα (όπως η πενικιλλίνη, τα σκιαγραφικά), καλλυντικά, η γύρη διαφόρων φυτών, φτερά και τρίχες διαφόρων ζώων, η σκόνη κ.α.

Όταν ο οργανισμός έρθει σε επαφή με μια ξένη ουσία που δρα ως αλλεργιογόνο, το ανοσοποιητικό του σύστημα βάζει σε λειτουργία τους αμυντικούς μηχανισμούς της ανοσίας, με σκοπό την εξουδετέρωση του αντιγόνου.

Έτσι, με πολύ απλά λόγια, την πρώτη φορά που ο οργανισμός θα συναντήσει το αλλεργιογόνο, θα ευαισθητοποιηθεί, και θα συνθέσει ανοσοσφαιρίνη Ε, η οποία θα καταλήξει σε ειδικούς υποδοχείς πάνω σε ειδικά κύτταρα του αίματος (βασεόφιλα και σιτευτικά κύτταρα).

Τη δεύτερη (τρίτη κλπ.) φορά που ο οργανισμός θα συναντήσει το ίδιο αλλεργιογόνο, ,η ανοσοσφαιρίνη Ε θα αναγνωρίσει το αλλεργιογόνο και θα ενωθεί με αυτό, με αποτέλεσμα την ενεργοποίηση των βασεόφιλων και σιτευτικών κυττάρων.

Τα ενεργοποιημένα βασεόφιλα και σιτευτικά κύτταρα θα απελευθερώσουν διάφορες ουσίες που έχουν αποθηκευμένες (π.χ. ισταμίνη), που με τη σειρά τους θα προκαλέσουν μια ταχεία φλεγμονώδη αντίδραση, η οποία θα οδηγήσει σε φαγούρα, φτάρνισμα, ερυθρότητα, αλλά και τον σχηματισμό νέων ουσιών (π.χ. προσταγλαδίνες, χημειοτακτικούς παράγοντες).

 

allergiki-epipefikitida
allergiki-epipefikitida

 

Οι ουσίες αυτές αφενός μεν επαυξάνουν την φλεγμονώδη αντίδραση, αφετέρου προσκαλούν και άλλα κύτταρα να έρθουν για να συμμετάσχουν στην αντίδραση (ηωσινόφιλα, βασεόφιλα, πολυμορφοπύρηνα, λεμφοκύτταρα, μακροφάγα). Σε χρόνιες καταστάσεις, εμφανίζονται πιο σύνθετοι μηχανισμοί ανοσολογικής αντίδρασης.

Οι αλλεργίες επηρεάζουν τον κάθε ασθενή διαφορετικά, ανάλογα με το πόσο ευαισθητοποιημένο είναι το ανοσοποιητικό του σύστημα στα αλλεργιογόνα.

Ο επιπεφυκότας είναι ένας λεπτός ημιδιαφανής βλεννογόνος που καλύπτει την πίσω επιφάνεια των βλεφάρων και την εμπρός επιφάνεια του σκληρού χιτώνα (του «άσπρου» του ματιού). Όταν τα αλλεργιογόνα στα οποία έχει ευαισθητοποιηθεί το αλλεργικό άτομο έρθουν σε επαφή με τον επιπεφυκότα, προκαλείται μια αλλεργική αντίδραση, με αποτέλεσμα την φλεγμονή του επιπεφυκότα, η οποία καλείται αλλεργική επιπεφυκίτιδα.

Ποια είναι τα συμπτώματα της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας;

Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας είναι ο κνησμός (φαγούρα). Δεν είναι υπερβολή να πούμε, ότι αν δεν υπάρχει κνησμός, δεν πρόκειται για αλλεργία. Ο κνησμός οφείλεται στην απελευθέρωση ισταμίνης και άλλων δραστικών ουσιών από τα βασεόφιλα και τα σιτευτικά κύτταρα του επιπεφυκότα.

Συνεπεία της φλεγμονής παρατηρείται:

  • ήπια ερυθρότητα του επιπεφυκότα (pink eye) λόγω της διαστολής των αγγείων του,

  • δακρύρροια,

  • οίδημα του επιπεφυκότα (τα μάτια φαίνονται σαν να γυαλίζουν),

  • εμφάνιση παχύρρευστων βλεννωδών εκκρίσεων, σαν νημάτια στους έσω κανθούς (τις έσω κόχες – γωνίες των ματιών) λόγω υπερπαραγωγής βλέννας

και πιο σπάνια:

  • οίδημα βλεφάρων και

  • φωτοφοβία (έντονη ενόχληση με το φως)

Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι αλλεργικής επιπεφυκίτιδας;

Υπάρχουν 7 τύποι (μορφές) αλλεργικής επιπεφυκίτιδας, που κυμαίνονται από ήπια μέχρι σοβαρή.

Η οξεία αλλεργική επιπεφυκίτιδα, η εποχιακή αλλεργική επιπεφυκίτιδα, η ολοετής αλλεργική επιπεφυκίτιδα και η αλλεργική επιπεφυκίτιδα από επαφή, είναι οι πιο συχνοί τύποι αλλεργικής επιπεφυκίτιδας. Τα συμπτώματα τους είναι συνήθως μικρής έντασης και η σημαντικότητα τους, έγκειται περισσότερο στην συχνότητα παρά στη σοβαρότητά τους.

Η εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα και η ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα είναι δύο πιο σπάνιοι, αλλά πιο σοβαροί τύποι αλλεργικών επιπεφυκίτιδων, οι οποίες μπορούν να απειλήσουν την όραση του ασθενούς. Τα συμπτώματα τους είναι σοβαρά, επηρεάζουν τον ασθενή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και ενδεχομένως να επιτείνονται εποχιακά.

Η γιγαντοθηλαία επιπεφυκίτιδα είναι μια ήπια αλλεργική επιπεφυκίτιδα που παρατηρείται σε χρήστες φακών επαφής και υποχωρεί με την διακοπή της χρήσης των φακών επαφής.

Η οξεία αλλεργική επιπεφυκίτιδα χαρακτηρίζεται από αιφνίδια έναρξη, με κνησμό, οίδημα των βλεφάρων και οίδημα του επιπεφυκότα. Για να προκληθεί η αλλεργική αντίδραση, πρέπει να προηγηθεί επαφή του επιπεφυκότα με αλλεργιογόνο στο οποίο είναι ευαισθητοποιημένος ο οφθαλμός. Διαρκεί για λίγο, όσο δηλαδή υπάρχει επαφή του οφθαλμού με το αλλεργιογόνο.

Η εποχιακή αλλεργική επιπεφυκίτιδα είναι η συνηθέστερη μορφή αλλεργικής επιπεφυκίτιδας και αντιπροσωπεύει περίπου το 50% των περιπτώσεων αλλεργικής επιπεφυκίτιδας. Προκαλείται από αντίδραση στην έκθεση σε αντιγόνα (γύρη, φυτά κλπ), τα οποία εμφανίζονται πιο συχνά την άνοιξη και το καλοκαίρι.

Η ολοετής αλλεργική επιπεφυκίτιδα προκαλεί τα ίδια (αλλά ηπιότερα) συμπτώματα με την εποχιακή αλλεργική επιπεφυκίτιδα, αλλά επηρεάζει τους ασθενείς καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Προκαλείται από την χρόνια έκθεση σε αλλεργιογόνα που μεταφέρονται με τον αέρα των εσωτερικών χώρων, όπως τα ακάρεα της οικιακής σκόνης (ζωύφια που ζουν στα στρώματα, μαξιλάρια κλπ), το τρίχωμα των κατοικίδιων ζώων, τα πούπουλα και οι μύκητες.

Η αλλεργική επιπεφυκίτιδα από επαφή οφείλεται σε αντίδραση υπερευαισθησίας σε διάφορες ουσίες που έρχονται σε επαφή με την οφθαλμική επιφάνεια.

Οφθαλμικά κολλύρια ιδιαίτερα αυτά που περιέχουν ατροπίνη, φαινυλεφρίνη και νεομυκίνη, συντηρητικά κολλυρίων όπως το χλωριούχο βενζαλκόνιο και συντηρητικά των υγρών των φακών επαφής, ενοχοποιούνται για την ευαισθητοποίηση και πρόκληση της αλλεργικής αντίδρασης.

Κοσμητικά του προσώπου όπως μάσκαρα, κρέμες προσώπου και μολύβια φρυδιών μπορούν να δράσουν σαν αλλεργιογόνα.

Το τρίψιμο των ματιών μετά από το βάψιμο νυχιών, ο χειρισμός απορρυπαντικών, ή άλλων χημικών μπορεί να προκαλέσει αλλεργική επιπεφυκίτιδα εξ επαφής.

Η αλλεργική επιπεφυκίτιδα εξ επαφής πιθανώς οφείλεται σε αντίδραση υπερευαισθησίας επιβραδυνομένου τύπου IV.

Το δέρμα του βλεφάρου εμφανίζεται ερυθρό, οιδηματώδες. Απολέπιση και έλκη μπορούν επίσης να εμφανιστούν. Ο επιπεφυκότας εμφανίζει ερυθρότητα (αγγειοδιαστολή) και οίδημα και ο ασθενής παραπονείται για κνησμό, κάψιμο και δακρύρροια.

Από εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα πάσχει το 0.1% έως 0.5% των ασθενών που προσέρχονται στον οφθαλμίατρο. Η εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα έχει αυξημένη συχνότητα εμφάνισης στα ξερά και θερμά κλίματα όπως στη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια και Δυτική Αφρική, σε ορισμένες περιοχές της Ινδίας και στην Κεντρική και Νότια Αμερική. Η αυξημένη αυτή συχνότητα στις θερμότερες περιοχές του πλανήτη μας, μπορεί να αποδοθεί στην αυξημένη περιεκτικότητα της ατμοσφαίρας σε γύρεις και λοιπά αλλεργιογόνα. Στα εύκρατα κλίματα τείνει να έχει εποχιακή διακύμανση, με έξαρση την άνοιξη και ύφεση το φθινόπωρο, ενώ στα τροπικά κλίματα συνήθως δεν υπάρχει εποχιακή διακύμανση. Για τον λόγο αυτό έχει προταθεί να αλλάξει η ονομασία της σε επιπεφυκίτιδα του θερμού καιρού (warm weather keratoconjunctivitis).

Πρόκειται κυρίως για νόσο της παιδικής και της εφηβικής ηλικίας. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις εαρινής επιπεφυκίτιδας σε παιδιά ηλικίας 1 μηνός, αλλά και σε ασθενείς άνω των 70 ετών. Η πλειονότητα των ασθενών είναι ηλικίας 5 έως 25 ετών. Αναλυτικότερα, ποσοστό 60% αφορά ηλικίες 11-20 ετών, 17% ηλικίες 21-30 ετών και 6% ηλικίες μεγαλύτερες των 30 ετών. Τα αγόρια προσβάλλονται συχνότερα από τα κορίτσια και η σχέση είναι 2:1 έως 3:1 μέχρι την εφηβεία.

Στα παιδιά και τους εφήβους η νόσος διαρκεί από 2-10 χρόνια και συχνά μετά από μερικά χρόνια ενεργής νόσου, η πλειονότητα των ασθενών παρουσιάζει αυτόματη ίαση. Στους μεσήλικες όμως ασθενείς, η νόσος μπορεί να επιμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Περισσότερο από το 90% των ασθενών με εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα, πάσχουν από μία ή περισσότερες ατοπικές παθήσεις, όπως άσθμα, έκζεμα ή εποχική αλλεργική ρινίτιδα.

Τα συμπτώματα αφορούν και τους δύο οφθαλμούς και οι ασθενείς παραπονιούνται κυρίως, για κνησμό, φωτοφοβία (μεγάλη ευαισθησία στο δυνατό φως) και βλεννώδες έκκριμα.

Ο κνησμός μπορεί να είναι σοβαρού βαθμού και αποτελεί το κυριότερο σύμπτωμα των ασθενών.

Η φωτοφοβία είναι επίσης σημαντική και πολλές φορές το παιδί κρατά τα μάτια κλειστά ή κρατά το κεφάλι σκυμμένο στο έδαφος.

Το έκκριμα είναι κολλώδες, παχύ και νηματοειδές και εντοπίζεται κατά κύριο λόγο στον κάτω θόλο του επιπεφυκότα.

Άλλα συμπτώματα που παρατηρούνται είναι η δακρύρροια, το αίσθημα καύσου και ή αίσθηση ξένου σώματος.

Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστεί πτώση του άνω βλεφάρου. Μείωση της όρασης παρουσιάζεται μόνο εφόσον προσβληθεί ο κερατοειδής («το διαφανές παράθυρο του ματιού»).

Στα εύκρατα κλίματα τα συμπτώματα ακολουθούν εποχιακή διακύμανση, αλλά με την πάροδο του χρόνου τα συμπτώματα μπορεί να καταστούν χρόνια ή ολοετή.

Η εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα φαίνεται ότι οφείλεται σε συνδυασμό αντιδράσεων υπερευαισθησίας I και IV (δεν πρόκειται μόνο για αντίδραση τύπου Ι όπως στην οξεία, την εποχική και την ολοετή αλλεργική επιπεφυκίτιδα).

Διακρίνουμε τρεις μορφές εαρινής κερατοεπιπεφυκίτιδας:

  • Την βλεφαρική εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα, όπου κυρίως προσβάλλεται ο βλεφαρικός επιπεφυκότας

  • Την βολβική εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα, όπου κυρίως προσβάλλεται ο βολβικός επιπεφυκότας κοντά στο σκληροκερατοειδές όριο (τον δακτύλιο όπου μεταπίπτει ο σκληρός χιτώνας δηλαδή «το λευκό του ματιού» στον κερατοειδή δηλαδή «το διαφανές παράθυρο του ματιού»).

  • Την μικτή μορφή.

Στη βλεφαρική μορφή στην εξέταση με την σχισμοειδή λυχνία παρατηρείται πάχυνση και υπερπλασία του επιπεφυκότα των άνω βλεφάρων. Αρχικά, εμφανίζεται με τη μορφή μικρών θηλών οι οποίες αργότερα γίνονται μεγάλες, πιο ανυψωμένες (γιγαντιαίες), πολυγωνικές, με επίπεδη κορυφή και η επιφάνεια του επιπεφυκότα του άνω βλεφάρου μοιάζει με πλακόστρωτο.

Στην βολβική μορφή εμφανίζονται στο σκληροκερατοειδές όριο, υπόλευκες λείες ζελατινώδεις υπερπλασίες, (βολβικές θηλές). Στην κορυφή τους μπορεί να εμφανιστούν μικρές επίπεδες υπόλευκες κηλίδες, οι οποίες αποτελούν περιοχές συγκέντρωσης ηωσινοφίλων και ονομάζονται κηλίδες Tράντα (από το όνομα του Έλληνα Οφθαλμίατρου Αλέξανδρου Tράντα ο οποίος τις περιέγραψε για πρώτη φορά). Σε πιο σοβαρές μορφές ο επιπεφυκότας του σκληροκερατοειδούς ορίου λόγω της συσσώρευσης των φλεγμονωδών κυττάρων μπορεί να σχηματίσει μια ενιαία ανυψωμένη ζελατινώδη μάζα σαν βουνό γύρω από τον περιφερικό κερατοειδή.

Σε σοβαρές μορφές εαρινής κερατοεπιπεφυκίτιδας μπορούν να εμφανιστεί προσβολή του κερατοειδούς. Η πιο σοβαρή μορφή προσβολής, είναι τα ωοειδή έλκη (shield ulcers), τα οποία δεν είναι μολυσματικά. Επειδή όμως είναι ανθεκτικά στη συνήθη θεραπευτική αγωγή, μπορούν να επιμολυνθούν αργότερα και να μετατραπεί το έλκος σε μολυσματικό. Μετά την επούλωση αυτό το οποίο παραμένει στην περιοχή του έλκους είναι μια δακτυλιοειδής αχνή ουλή, ή οποία εάν είναι έντονη και αν εντοπίζεται στον οπτικό άξονα μπορεί να επηρεάσει μόνιμα την όραση.

Η ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα αποτελεί τον πιο σοβαρό τύπο αλλεργικής επιπεφυκίτιδας, καθώς μπορεί να προκαλέσει ουλές στον επιπεφυκότα και μόνιμες ουλές στον κερατοειδή, που μπορούν να οδηγήσουν σε βαριά θόλωση της όρασης.

Η έναρξη της πάθησης τοποθετείται ανάμεσα στη 2η και 5η δεκαετία. Πιο συχνά προσβάλλονται οι άνδρες.

Συνήθως εμφανίζεται σε ασθενείς που πάσχουν από ατοπική νόσο (ατοπική δερματίτιδα, άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα). Το 15% – 40% των ασθενών με ατοπική δερματίτιδα πάσχουν και από ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα (Η συχνότητα της ατοπικής δερματίτιδας στον πληθυσμό υπολογίζεται περίπου στο 3%).

Πρόκειται για μια σύνθετη αντίδραση υπερευαισθησίας του οργανισμού σε αλλεργιογόνα του περιβάλλοντος, όπως τα ακάρεα της οικιακής σκόνης, το τρίχωμα των κατοικίδιων ζώων και η μούχλα.

Τα συμπτώματα διαρκούν συνήθως όλο το χρόνο, με εποχιακές εξάρσεις και κυρίως κατά τους χειμερινούς μήνες. Αρχικά θυμίζουν αυτά της απλής αλλεργικής επιπεφυκίτιδας και αργότερα γίνονται πιο έντονα όπως αυτά της εαρινής κερατοεπιπεφυκίτιδας.

Εφόσον προσβληθεί ο κερατοειδής, τα άσηπτα έλκη αλλά και οι μικροβιακές επιμολύνσεις τους, μπορούν να οδηγήσουν σε μείωση ή απώλεια της όρασης του ασθενή.

Ένας μεγάλος αριθμός οφθαλμικών καταστάσεων επίσης παρατηρείται στα άτομα με ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα. Ερπητική κερατίτιδα (14% – 18%), κερατόκωνος (7% – 16%) και καταρράκτης (8%) μπορούν να επιδεινώσουν ακόμη περισσότερο την όραση του ασθενούς.

Η γιγαντοθηλαία επιπεφυκίτιδα είναι μια επιπλοκή που παρατηρείται σε χρήστες φακών επαφής και άτομα με οφθαλμολογικές προθέσεις.

Η τριβή του επιπεφυκότα από την επιφάνεια του φακού, ή από τα ιζήματα που έχουν εναποτεθεί στην επιφάνεια του φακού προκαλεί απελευθέρωση φλεγμονωδών ουσιών από τα σιτευτικά κύτταρα και εκδήλωση αλλεργικής επιπεφυκίτιδας. Λόγω της φλεγμονής, παράγεται ακόμη περισσότερη βλέννα, με αποτέλεσμα την αύξηση της εναπόθεσης ιζημάτων στην επιφάνεια του φακού και επομένως επίταση της τριβής πάνω στον επιπεφυκότα. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, ο οποίος οδηγεί στην υπερπλασία του επιπεφυκότα και τη δημιουργία των γιγαντιαίων θηλών.

Η εικόνα του επιπεφυκότα των βλεφάρων μοιάζει με αυτήν της εαρινής κερατοεπιπεφυκίτιδας, αλλά η πάθηση αυτή δεν είναι τόσο σοβαρή όσο η εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα. Η υπερπλασία του επιπεφυκότα οδηγεί στον σχηματισμό θηλών μεγαλύτερων από 0,3 mm για τον λόγο αυτό ονομάστηκε γιγαντοθηλαία επιπεφυκίτιδα.

Με την εμφάνιση των φακών συχνής αντικατάστασης (μηνιαίοι, ημερήσιοι), η συχνότητα εμφάνισης της γιγαντοθηλαίας επιπεφυκίτιδας έχει μειωθεί από 36% σε 4.5%.

Oι ασθενείς παραπονούνται για φαγούρα, ιδιαίτερα μόλις βγάλουν τους φακούς επαφής, βλεννώδεις εκκρίσεις, ερυθρότητα των ματιών και θολή όραση. Τα συμπτώματα αυτά μπορούν να συνοδεύονται από δυσανεξία στην χρήση του φακού επαφής.

Η πρόγνωση της γιγαντοθηλαίας επιπεφυκίτιδας είναι καλή. Περίπου το 80% των ασθενών μπορούν να επιστρέψουν στην άνετη χρήση των φακών επαφής με την κατάλληλη θεραπεία.

Πώς γίνεται η διάγνωση της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας;

Η διάγνωση βασίζεται ουσιαστικά στο ιστορικό του ασθενή, στα συμπτώματα (ο κνησμός είναι το χαρακτηριστικό σημείο) και την εξέταση στην σχισμοειδή λυχνία.

Η κυτταρολογική εξέταση ξέσματος από την επιφάνεια του επιπεφυκότα για τον εντοπισμό ηωσινόφιλων ή την παρουσία ηωσινοφιλικών κοκκίων σε ασθενείς με εποχιακή και ολοετή αλλεργική επιπεφυκίτιδα, αποκαλύπτει ηωσινόφιλα σε μικρό μόνο ποσοστό, σε αντίθεση με την βολβική μορφή της εαρινής και την ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα όπου η παρουσία ηωσινόφιλων λευκοκυττάρων είναι συνήθης.

Επειδή τα ηωσινόφιλα δεν ανευρίσκονται στον επιπεφυκότα μη αλλεργικών ατόμων, η παρουσία ακόμη και ενός ηωσινόφιλου, ή ηωσινοφιλικών κοκκίων είναι υπέρ της διάγνωσης της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας. Η απουσία τους όμως δεν αποκλείει τη διάγνωση της αλλεργίας, επειδή τα ηωσινόφιλα συνήθως βρίσκονται στις βαθύτερες στιβάδες του επιπεφυκότα (απουσιάζουν από τις επιφανειακές στιβάδες) και δεν είναι ανιχνεύσιμα.

Η βιοψία του επιπεφυκότα μπορεί να μας βοηθήσει να ξεχωρίσουμε την ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα από άλλες σοβαρές καταστάσεις της οφθαλμικής επιφάνειας.

Η αναζήτηση με ειδικές εξετάσεις των αλλεργιογόνων στα οποία είναι ευαισθητοποιημένο ένα άτομο, μπορεί να επίσης βοηθήσει. Εάν κάποιος γνωρίζει σε ποια αλλεργιογόνα εμφανίζει αλλεργική αντίδραση, μπορεί να φροντίσει, ώστε να μην έρχεται σε επαφή μαζί τους.

Πως αντιμετωπίζεται η αλλεργική επιπεφυκίτιδα;

α) γενικά μέτρα

Η πιο ουσιαστική παρέμβαση στην αλλεργική επιπεφυκίτιδα είναι η αποφυγή του αλλεργιογόνου. Ο καλός καθαρισμός της κατοικίας, των ρούχων και των κλινοσκεπασμάτων, η αποφυγή μοκέτας και χαλιών και η παραμονή των ζώων εκτός σπιτιού είναι επίσης καθοριστικοί παράγοντες πρόληψης.

Ο κλιματισμός μπορεί να βοηθήσει. Το κλιματιστικό θα ξεράνει τον αέρα και θα φιλτράρει τα αερομεταφερόμενα αλλεργιογόνα (προϋπόθεση ότι τα φίλτρα του κλιματιστικού θα είναι καθαρά).

Οι κρύες κομπρέσες, τα επιθέματα πάγου και η ενστάλαξη κρύου φυσιολογικού ορού προσφέρουν κάποια παροδική ανακούφιση στον ασθενή, κυρίως λόγω της αγγειοσυσπαστικής τους δράσης.

Η επίδεση των ματιών θα μπορούσε να βοηθήσει σε αρκετές περιπτώσεις, λόγω της μείωσης της έκθεσης στα αλλεργιογόνα αλλά δεν είναι πρακτική.

Το τρίψιμο των οφθαλμών πρέπει να αποθαρρύνεται επειδή το μηχανικό τραύμα μπορεί να προκαλέσει την απελευθέρωση ισταμίνης από τα σιτευτικά κύτταρα και να επιδεινώσει τον κνησμό και τη φλεγμονή.

Τα τεχνητά δάκρυα βοηθούν στο ξέπλυμα των αλλεργιογόνων και των φλεγμονωδών ουσιών από τον επιπεφυκότα.

Η απευαισθητοποίηση έχει μικρή θεραπευτική αξία στις αλλεργικές επιπεφυκίτιδες.

β) φαρμακευτική αγωγή

Ο οφθαλμίατρος αφού θέσει την διάγνωση, θα χορηγήσει και την ανάλογη θεραπεία ανάλογα με τον τύπο της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας, την ένταση και την διάρκεια των συμπτωμάτων και την ανταπόκριση στην φαρμακευτική αγωγή.

Ανάλογα με την περίπτωση ο οφθαλμίατρος θα συνταγογραφήσει:

  • Κολλύρια αγγειοσυσπαστικά.

Προσωρινά ελαττώνουν την υπεραιμία και το οίδημα του επιπεφυκότα παρέχοντας ανακούφιση στους ασθενείς. Παρατεταμένη χρήση τους όμως μπορεί να προκαλέσει χρόνια ερυθρότητα των επιπεφυκότων.

  • Κολλύρια αντισταμινικά

Ανακουφίζουν από τον κνησμό και ελαττώνουν το οίδημα του επιπεφυκότα

  • Κολλύρια που σταθεροποιούν την μεμβράνη των σιτευτικών κυττάρων. Διακόπτεται η απελευθέρωση των ουσιών της φλεγμονής. Η χορήγηση των κολλυρίων αυτών πρέπει να ξεκινά πριν την εποχή της εμφάνισης της αλλεργίας και να συνεχίζεται για όλο το διάστημα που διαρκεί.

  • Κολλύρια κορτιζονούχα.

Χορηγούνται μόνο σε περιπτώσεις έξαρσης και για μικρό χρονικό διάστημα, επειδή η χορήγηση τους για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να προκαλέσει καταρράκτη και γλαύκωμα.

  • Κολλύριο κυκλοσπορίνης ή αλοιφή tacrolimus.

Σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει ανταπόκριση στην φαρμακευτική αγωγή.

Η συνεχής χρήση κολλυρίων που σταθεροποιούν τα σιτευτικά κύτταρα μπορεί να ομαλοποιήσει τη διαδικασία φλεγμονής και να δράσει προστατευτικά στην αναζωπύρωση της φλεγμονής. Η θεραπεία πρέπει να συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια των εποχών που υπάρχουν συμπτώματα.

Τα αντιισταμινικά από το στόμα δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικά και πολλές φορές επιδεινώνουν τα συμπτώματα λόγω μείωσης της έκκρισης των δακρύων. Μπορούν να χορηγηθούν όμως σε περιπτώσεις που συνυπάρχει αλλεργική ρινίτιδα.

γ) Χειρουργική θεραπεία

Επεμβατική θεραπεία στην εαρινή κερατοεπιπεφυκίτιδα (χειρουργική αφαίρεση, κρυοθεραπεία των θηλών) δεν εφαρμόζεται σήμερα, λόγω των παροδικών τους αποτελεσμάτων και των ιατρογενών επιπλοκών που προκαλούνται σε μια αυτο-περιοριζόμενη τελικά νόσο.

Εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις που έχει σχηματιστεί πλάκα από βλέννα και ινική στην επιφάνεια του ωοειδούς έλκους, η οποία περιέχει τοξικές ουσίες που καθυστερούν, ή και διακόπτουν την επούλωση του έλκους. Η επιφανειακή εκτομή των εαρινών πλακών συμβάλλει στην ανάπλαση του επιθηλίου του κερατοειδούς και τη επούλωση του έλκους.

Στην ατοπική κερατοεπιπεφυκίτιδα η χειρουργική θεραπεία αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των επιπλοκών της.